Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εὔνοιάν τινι

См. также в других словарях:

  • εύνοια — η (ΑΜ εὔνοια, Α ιων. τ. εὐνοίη, ποιητ. τ. εὐνοΐη) ευνοϊκή διάθεση, ευμένεια, ευμενές ενδιαφέρον για κάποιον, υψηλή προστασία κάποιου από ευμενή διάθεση (α. «βεβαιότερος δ ὁ δράσας τὴν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι᾿ εὐνοιας ᾦ δέδωκε σῴζειν»… …   Dictionary of Greek

  • διά — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεά που λατρευόταν στη Σικυώνα και στη Φλιούντα, όπου τη θεωρούσαν απελευθερώτρια των δούλων. Γι’ αυτό και ο ναός της, που βρισκόταν κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης, ήταν το άσυλό τους. Προς τιμήν της Δ. τελούσαν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»